Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

στο επόμενο

  • 1 επόμενος

    η, ο[ν] следующий, последующий, дальнейший;

    συνέχεια στο επόμενο (φύλλο) — продолжение следует;

    την επόμένην εβδομάδα — на следующей неделе;

    η επόμένη — следующий день;

    την επόμένη — на следующий день;

    ποιός είναι ο επόμ; — кто следующий?;

    § ως ήτο επόμενον — как и следовало ожидать;

    επόμενο ήταν — так и следовало ожидать;

    επόμενόν είναι να... — после этого естественно, что...;

    τα επόμενα — то, что следует

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > επόμενος

  • 2 έτος

    το год;

    έτος αστρικόν (σεληνιακόν) — звёздный (лунный) год;

    ηλιακόν ( — или τροπικόν) έτος — тропический год;

    έτος φωτός — световой год;

    έτος πολιτικόν — календарный год;

    τό τρέχον έτος — текущий год;

    οικονομικόν έτος — бюджетный, финансовый год;

    σχολικόν έτοςучебный год (в школе);

    ακαδημαϊκό[ν] έτος — академический год, учебный год (в университете);

    δίσεκτον έτος — високосный год;

    τό (προ)παρελθόν έτος — в (поза)прошлом году;

    στο επόμενο έτος — в будущем году;

    τό ιδιο έτος — в том же году;

    προ ετών давно;
    προ δύο ετών два года назад;

    κατ' έτος — ежегодно;

    δίς τού έτους два раза в год;
    στη διάρκεια τού ετους в течение года; μετά παρέλευσιν έτους по истечении года; είναι τριών ετών ему три года; ενός έτους годовалый;

    § η πρώτη τού έτους — или τό νέον έτος — новый год;

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > έτος

См. также в других словарях:

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • Κορέα, Βόρεια — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 120.540 τ. χλμ. Πληθυσμός: 22.224.195 (2002) Πρωτεύουσα: Πιονγκγιάνγκ (2.741.260 κάτ. το 1993)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της κορεατικής χερσονήσου.… …   Dictionary of Greek

  • Τυνησία — I Τυνησία Κράτος της βόρειας Αφρικής. Βρέχεται στα βόρεια και στα ανατολικά από τη Mεσόγειο, και συνορεύει στα δυτικά με την Aλγερία και στα νότια με τη Λιβύη.Tο έδαφος της Tυνησίας περιλαμβάνει το τμήμα εκείνο της Σαχάρας που εκτείνεται στα… …   Dictionary of Greek

  • Αγκόλα — Κράτος της ΝΔ Αφρικής.Συνορεύει στα Β και ΒΑ με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαϊρ), στα Α με τη Ζάμπια, στα Ν με τη Ναμίμπια, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Α. εκτείνεται στα νότια της λεκάνης του ποταμού Κονγκό στη ΝΔ Αφρική …   Dictionary of Greek

  • άνθρακας — I (anthrax). Δίπτερο έντομο της οικογένειας των βομβυλιιδών. Πρόκειται για μεγάλη μύγα, που φτάνει σε μήκος τα 25 εκ. Έχει μαύρο σώμα με λέπια και τρίχες, πλατύ κεφάλι και προβοσκίδα που συνήθως είναι πολύ μακριά και λεπτή. Το θηλυκό γεννά τα… …   Dictionary of Greek

  • Μπλίξεν Φίνεκε, Κάρεν — (Karen Blixen Finecke, Ρούνγκστενστλουντ 1885 – 1962). Δανέζα συγγραφέας. Από την οικογένεια ευγενών Ντίνεσεν (Ισάκ Ντίνεσεν ήταν το ψευδώνυμό της), παντρεύτηκε τον εξάδελφό της, βαρόνο Μπλίξεν Φίνεκε. Η λογοτεχνική της κλίση ωρίμασε στην Αφρική …   Dictionary of Greek

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • ήχου, εγγραφή — Σύνολο τεχνικών λειτουργιών που επιτρέπουν τη μεταφορά των χαρακτηριστικών του ήχου πάνω σε ένα κατάλληλο υλικό, ικανό να το διατηρεί και να το αναπαράγει. Η ε.ή. μπορεί να γίνει με μεθόδους οπτικο φωτογραφικές (που χρησιμοποιούνται για τον… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»